Συνεχίζουμε την κουβέντα μας. hoteliga – όπως … β’ μέρος. Η σκέψη ότι σε όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες η γραφειοκρατία είναι μια πληγή δεν φεύγει από το μυαλό μου. Άλλωστε μην ξεχνάμε ότι η Ευρώπη έχει δομηθεί πάνω σε ένα μεταβυζαντινό μοντέλο διοίκησης: Οι πραγματικοί άρχοντες είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι.
[Διαβάστε το Α΄μέρος της ιστορίας του Δημήτρη και της Εύας: hoteliga – όπως μια ακόμα ελληνική ιστορία brain drain]
Η κουβέντα με την Εύα και το Δημήτρη μου θυμίζει μια σύντομη ιστορία που μας είχε αφηγηθεί ένας άλλος φίλος που αποφάσισε να εγκατασταθεί σε μια από τις βορειοευρωπαϊκές χώρες, μια από αυτές που μας κουνάνε το δάκτυλο για τη διαφθορά και την άρρωστη δημόσια διοίκηση της Ελλάδας: Ο εν λόγω φίλος αγόρασε από έναν «ντόπιο» μια επιχείρηση bar-restaurant με άδεια για live μουσική. Όταν πήγε στις τοπικές αρχές για να μεταφέρει την άδεια στο όνομά του, ο αρμόδιος υπάλληλος τον ενημέρωσε πως δεν μπορούσε να του δώσει άδεια για live μουσική, μια που δεν προβλέπονταν τέτοιες άδειες στην περιοχή. Με έκπληξη ο φίλος υπενθύμισε ότι ο προηγούμενος ιδιοκτήτης είχε τέτοια άδεια. Η απάντηση του δημοσίου υπαλλήλου ήταν αφοπλιστική:
-Ναι, αλλά εσείς δεν έχετε κοντινό συγγενή που να έχει … στενή σχέση με ηγετικό στέλεχος του δήμου.
Εύα: Δεν με εκπλήσσει αυτή η ιστορία. Από την άλλη όμως, η δική μας εμπειρία με τις Ολλανδικές αρχές ήταν θετική σε γενικές γραμμές. Αν μη τι άλλο, μας άφησαν να κάνουμε την δουλειά μας χωρίς να μας ενοχλούν, χωρίς να μας βάζουν εμπόδια και αναγνωρίζοντας με έμπρακτους τρόπους ότι μια καινούρια εταιρία χωρίς επενδυτικά κεφάλαια έπρεπε να βοηθηθεί για να επιβιώσει πρώτα από όλα και να ανδρωθεί στη συνέχεια. Το κράτος έτσι κι αλλιώς, παντού στον κόσμο, θα βρει τον τρόπο να καρπωθεί τις «υπεραξίες». Ίσως η διαφορά να βρίσκεται ότι στην Ελλάδα θέλουν να τις προεισπράξουν!
Είναι προφανής η λογική. Όχι τόσο προφανής στην Ελλάδα: Αφήνω μια μικρή ατομική ή ομαδική προσπάθεια να αναπτυχθεί χωρίς να της προσθέτω βάρη και εμπόδια προτού να είναι σε θέση να τα αντιμετωπίσει. Αν δεν τα καταφέρει, δεν χάσαμε και τίποτα. Αν τα καταφέρει όμως θα καρπωθούμε (ως κράτος) έσοδα φορολογικά, ασφαλιστικά κλπ. Και εν τω μεταξύ, θα έχουμε κρατήσει τις στατιστικές ανεργίας χαμηλά, το ασφαλιστικό μας σύστημα υγιές κλπ. Πόσο πιο απλό;
Η hoteliga όμως ξεκίνησε από το Βερολίνο. Ποια ήταν η εμπειρία από την πόλη αυτή, πώς αντιμετώπισε το Γερμανικό κράτος και συγκεκριμένα η πόλη του Βερολίνου ανθρώπους σαν την Εύα και τον Δημήτρη; Εφόσον όλα πήγαιναν καλά, τι τους έκανε να φύγουν (και) από εκεί με προορισμό την Χάγη της Ολλανδίας.
DVL: Το Βερολίνο είναι μια υπέροχη πόλη. Είναι πολυπολιτισμική, με ζωντάνια, δεκτική σε διαφορετικές φυλές, γλώσσες και ηλικίες. Μια πόλη που αγαπάει όχι μόνο τους νέους αλλά και τις φρέσκιες ιδέες. Το βλέπεις παντού αυτό, το αισθάνεσαι. Εγώ δούλεψα σε κάποιες start up εταιρίες σαν προγραμματιστής. Οι εταιρίες αυτές παρουσίαζαν στις αρμόδιες αρχές την ιδέα τους, είχαν με συνοπτικές και διαφανείς διαδικασίες την οικονομική και θεσμική υποστήριξη από το δημόσιο (κράτος και πόλη του Βερολίνου) και έπαιρναν την ευκαιρία να δοκιμάσουν την ιδέα τους και τις δυνάμεις τους στην αγορά.

Όλοι ξέρουμε ότι οι περισσότερες από αυτές τις start up αποτυγχάνουν εμπορικά. Μετά από ένα έως τρία χρόνια οδηγούνται στην διακοπή της λειτουργίας τους. Όμως η εθνική και η τοπική οικονομία δεν βγαίνουν χαμένες. Έχουν δημιουργήσει θέσεις εργασίας (το κόστος του παθητικού κοινωνικού κράτους είναι υψηλότερο), έχουν δώσει την ευκαιρία σε νέους ανθρώπους να δοκιμάσουν τις δυνάμεις τους ενώ παράλληλα τους έχουν εκπαιδεύσει σε πραγματικές συνθήκες αγοράς και φυσικά έχουν πάντα την στατιστική με το μέρος τους: Στις δέκα startup οι επτά θα αποτύχουν, οι δύο θα «φέρουν» πίσω τα λεφτά τους και η μία θα φέρει τόσα κέρδη που θα καλύψουν την όποια «ζημιά» από τις αποτυχημένες. Το σημαντικότερο κέρδος όμως είναι ότι ακόμα και αυτοί οι νέοι άνθρωποι που δεν θα καταφέρουν να γευτούν την επιτυχία από τις πρώτες τους προσπάθειες, δεν θα νοιώσουν αποκομμένοι από την κοινωνία. Δεν θα νοιώσουν ξένοι. Δεν θα φύγουν από την χώρα σαν διωγμένοι, σαν αποτυχημένοι. Θα μείνουν εκεί να κάνουν την επόμενη τους προσπάθεια, μια που δεν θα έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στην ίδια τους την χώρα, την κοινωνία τους. Δηλαδή θα αποφύγουν αυτό που έχει συμβεί με τους νέους στην Ελλάδα.
Οι μπύρες αδειάζουν η μία μετά την άλλη. Εναλλάσσουμε τις γεύσεις και δεν μπορούμε να καταλήξουμε στο ποια μας αρέσει περισσότερο.
Διακόπτω την συζήτηση γιατί πρέπει να σερβίρουμε το επιδόρπιο. Πρέπει να πάρουμε και μια ανάσα ώστε να αφομοιώσουμε το ειδικό βάρος της συζήτησης με την Εύα και τον Δημήτρη. Η σκέψη του να φύγουμε στο εξωτερικό και εμείς δεν μας είναι ξένη. Η αίσθηση του «δεν ανήκω εδώ» δεν είναι τόσο μακριά από εμάς. Έχουμε πολλά να πούμε ακόμα.
Διαβάστε ακόμα
- hoteliga – όπως μια ακόμα ελληνική ιστορία brain drain (α’ μέρος)
- κι εδώ το τρίτο μέρος μιας ακόμα ελληνικής ιστορίας.