Η λέξη σβάρνα έχει Σλάβικη προέλευση και είναι η ονομασία ενός γεωργικού εργαλείου που χρησιμοποιούσαν τα παλιά χρόνια οι αγρότες για το αλώνισμα.
Α] Η ΣΒΑΡΝΑ ήταν ξύλινη κατασκευή [ 1χ1,50] με κυλίνδρους πάνω στους οποίους είχαν τοποθετηθεί κάθετα καρφιά. Αυτή την κατασκευή την τραβούσε ένα ζευγμένο άλογο για να σπάσει τους σβόλους και να σκεπάσει τον καρπό που έσπειρε ο γεωργός. Όταν είχαν ζευγμένα βόδια την τραβούσαν με το ζυγό και πάνω στη σβάρνα ο ζευγολάτης τοποθετούσε βάρη ή ανέβαινε ο ίδιος ώστε η σβάρνα να έχει καλύτερα αποτελέσματα.
Η εξελιγμένη σβάρνα έγινε πρότυπη αλωνιστική μηχανή που αλώνιζε πιο γρήγορα το σιτάρι από τις πατούσες των ζώων που έκοβαν τα στάχυα στο αλώνι. Η μηχανή αυτή ήταν μια επίπεδη επιφάνεια που στο πάτωμα ήταν τοποθετημένοι έξι έως οκτώ κύλινδροι με κοπίδια-ελάσματα. Όταν το άλογο τραβούσε τη σβάρνα οι κύλινδροι γύριζαν και έκαναν πολτό τα στάχυα και τις καλαμιές. Στη συνέχεια ο αλωνιστής με τα δεκριάνια – γέργαθα και τα ξύλινα φτυάρια λίχνιζε το σιτάρι για να ξεχωρίσει το σπόρο από το άχυρο.
Β] ΒΟΛΟΣΥΡΟΣ Σε πολλά μέρη χρησιμοποιούσαν το βολοσυρό, που ήταν είδος σβάρνας. Ήταν μια σανίδα στο κάτω δάπεδο της οποίας “κάρφωναν” κοφτερές πέτρες και με το τράβηγμα με το άλογο, έκοβε τις καλαμιές όπως η σβάρνα.
Η φράση “τα πήρε όλα σβάρνα και τα ισοπέδωσε” σημαίνει ότι όλα, καλά και κακά, είχαν την ίδια τύχη, την ολική καταστροφή.
Από το βιβλίο του Κώστα Γ. Μπαλαφούτη “Παραδοσιακά Επαγγέλματα και Συνήθειες”
Φωτογραφία Εξωφύλλου: Tobias Oehlke Photography http://www.tobiasoehlke.com/